- αμχαρική ή αμαρική γλώσσα
- Διάλεκτος που ομιλείται στην επαρχία Αμχάρα της Αιθιοπίας. Η διάδοσή της άρχισε τον 13ο αι. μ.Χ. και γρήγορα υποκατέστησε την αιθιοπική, που χρησιμοποιείται τώρα μόνο στους εκκλησιαστικούς ύμνους. Η α. είναι, μαζί με την αραβική, η πιο διαδεδομένη γλώσσα της νότιας ομάδας των σημιτικών γλωσσών.
Dictionary of Greek. 2013.